Κυριακή 7 Απριλίου 2013

«Ο ΜΠΑΜΠΑΣ ΜΟΥ ΔΕ ΜΕ ΑΓΑΠΑ… »



Μαρία Παπαδοπούλου, Ζωή  Τσαμίδου, Φλώρα Αστεριάδου
Κινητή Μονάδα Ψυχικής Υγείας Παιδιών κι Εφήβων (ΚΙΜΟΨΥΠΕ) Ψυχιατρικού  Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης (Ψ.Ν.Θ.)


ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Η μητέρα της Β. ήρθε στην υπηρεσία μας, επειδή ανησυχούσε για την κόρη της, η οποία κλείνεται στο δωμάτιό της, έχει προβλήματα με το σχολείο και νιώθει ένα κενό μέσα της. Όταν η Β. ενημερώθηκε για τις συναντήσεις που θα έχουμε χάρηκε ιδιαίτερα. Η Β. είναι ένα 14χρονο κορίτσι που μένει μαζί με τη μητέρα της. Έχει 4 αδέρφια, τα οποία είναι από 3 διαφορετικούς γάμους των γονιών της, οι οποίοι χώρισαν πριν 4 χρόνια με άσχημο τρόπο, καθώς σύμφωνα με τη μητέρα ο σύζυγος ήταν βίαιος κι αυταρχικός. Οι σχέσεις τους τώρα είναι τυπικές και εκκρεμεί ένα δικαστήριο που αφορά στη διατροφή του παιδιού. Η Β. βλέπει τον πατέρα της σπάνια.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ
Η Β. είναι ένα παιδί κλειστό, αδιάφορο για τα μαθήματα, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, κάνει παρέα με παιδιά πιο «προβληματικά» κι έχει την τάση να τα προστατεύει. Δεν προσπαθεί, αλλά ούτε δημιουργεί προβλήματα στην τάξη. Χαρακτήρισε τη μητέρα ερειστική, και ανέφερε ότι το ενδιαφέρον της δεν είναι ουσιαστικό. Δε δέχεται υποδείξεις, λέει ψέματα σαν κάτι να θέλει να κρύψει και είναι απασχολημένη με τα δικά της προβλήματα.


ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Με τη Β. είχαμε 5 συνεδρίες σε διάστημα ενός μήνα. Ανέφερε ότι:
  • Πολλές φορές κλαίει χωρίς να ξέρει το γιατί και νιώθει ένα κενό μέσα της.
  • Μαλώνει συχνά με τη μητέρα της γιατί δεν την αφήνει να βγαίνει έξω όσο συχνά θέλει.
  • Έχει μία πολύ καλή φίλη την Ε., με την οποία είναι σαν αδελφές.
  • Οι σχέσεις με τα αδέλφια της είναι τυπικές και έχει πολύ καλή σχέση μόνο με τον ανιψιό της.
  • Θα ήθελε να είναι πιο δεμένη με την μητέρα της και να βγαίνει πιο συχνά έξω.
  • Νιώθει ότι πρέπει να προστατεύει τη μητέρα της.
  • Ψάχνει ένα αγόρι να δεθεί συναισθηματικά μαζί του.
  • «Θα ήθελα να έχω και εγώ μία καλή σχέση με τη μητέρα μου όπως οι φίλες μου».
  • «Και με τα αδέλφια μου έχω προβλήματα. Παραπονιούνται ότι δεν τους βοηθάω πλέον όσο παλιά με τα παιδιά και νιώθω ότι αν το κάνω ξανά θα χάσω την προσωπική μου ζωή».

Για τον πατέρα της αναφέρει ότι:
  • «Ο μπαμπάς πάντα ήταν συναισθηματικά ανύπαρκτος» 
  • «Δεν μου λείπει ο μπαμπάς μου»
  • «Ο μπαμπάς μου δεν ενδιαφέρεται για μένα, δε μ’αγαπάει…»
  • Πολλές φορές ήταν βίαιος με τη μαμά και η Β. προσπαθούσε να την προστατέψει από εκείνον.

Στην τελευταία συνάντηση η Β. ήταν πολύ στεναχωρημένη. «Συνεχίζεται η ίδια κατάσταση με τη μαμά. Νιώθω φυλακισμένη», μας είπε. Την ίδια μέρα είδαμε και τη μητέρα της για να την ενημερώσουμε, η οποία υιοθετώντας μια αμυντική στάση  παρουσίασε τα γεγονότα από μια διαφορετική οπτική. Έγινε ατομική συμβουλευτική της μητέρας και ενημέρωσή της γύρω από τα ζητήματα της εφηβείας. Από εκεί κι έπειτα δεν ξαναείδαμε τη Β. δεν ήρθε στα επόμενα προγραμματισμένα ραντεβού. Τη μια φορά το ξέχασε, μετά έλειπε, κτλ.


ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Η Β. είναι ένα συμπαθητικό κορίτσι, ομιλητικό και πρόσχαρο. Είναι πιο ανεπτυγμένη από την ηλικία της και πολύ ώριμη. 

Η Β. έχει γίνει ο φροντιστής της μαμάς της. Αισθάνεται ότι πρέπει να την προστατέψει, να την ενθαρρύνει, να τη βοηθήσει. Το ίδιο έκανε και με τα αδέλφια της, τα οποία για πολύ καιρό βοηθούσε με το να φροντίζει τα παιδιά τους. Από ένα σημείο κι έπειτα άλλαξε, έκανε την επανάστασή της για να βρει τη δική της ταυτότητα. Οι άλλοι τώρα αντιδρούν και προσπαθούν να τη γυρίσουν πίσω, στη προηγούμενη κατάσταση.

Η Β. είναι μια έφηβη με βεβαρημένο ιστορικό. Έχει όμως πολλές ικανότητες να τα καταφέρει. Έχει έντονη την ανάγκη της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας και της διασκέδασης με τους φίλους της, όπως όλοι οι έφηβοι. Η μητέρα της παρουσιάζει μια αμυντική στάση, αναφέροντας ότι δεν της απαγορεύει να βγει, ενώ ταυτόχρονα δεν εγκρίνει τα άτομα με τα οποία κάνει παρέα.    


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η βραχεία συμβουλευτική παρέμβαση που εφαρμόσαμε στη Β. είχε στόχο να τη βοηθήσει να έρθει σε επαφή με τα συναισθήματα και τις σκέψεις της, να καταλάβει τι νιώθει και να μπορέσει σιγά σιγά να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της για να ορίσει το δικό της μέλλον. Από την αρχή η Β. ήταν πρόθυμη να μιλήσει για όλα όσα την απασχολούσαν και δε παρουσίασε καμία αντίσταση. Παρόλα αυτά, έπειτα από τη συνάντηση με τη μητέρα της, διακόπηκε απότομα η διαδικασία με αποτέλεσμα να μην ολοκληρωθεί η στοχευμένη παρέμβαση.

Ένα σημαντικό θέμα που προκύπτει από την παρούσα μελέτη είναι η ανάγκη εντοπισμού παιδιών με πιθανά συναισθηματικά προβλήματα, καθότι είναι πολύ εύκολο να παραβλεφθούν, εφόσον συνήθως δεν προκαλούν σημαντικά προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία της τάξης. Επίσης, εξίσου σημαντικό είναι η στενή συνεργασία με τους γονείς και η ενημέρωσή τους για τη συναισθηματική κατάσταση των παιδιών, γιατί οι ίδιοι συχνά ενδέχεται να σαμποτάρουν την εξέλιξη της παρέμβασης που εφαρμόζεται στα παιδιά τους. Όπως αναφέρει η Dubinsky (1997), η εργασία με τους γονείς και το παιδί μπορεί να αποδειχτεί πολύτιμη, ιδίως όταν η θεραπεία υπονομεύεται εξαιτίας της μεγάλης ανάγκης που έχει η μητέρα να βρει ένα αντικείμενο που θα δεχτεί τις προβολές των ανεπιθύμητων τμημάτων του εαυτού της.  


Βιβλιογραφία
Dubinsky H. (1997), «Από κοινού ψυχοθεραπεία μητέρας και παιδιού», στο Σουρ & Μίλερ (1997), «Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεία παιδιών, εφήβων και των οικογενειών τους», Εκδόσεις Καστανιώτη.


Αναρτημένη ανακοίνωση στο 5ο Πανελλήνιο Συνέδριο των Κινητών Μονάδων Ψυχικής Υγείας, Αλεξανδρούπολη, 12-14 Οκτωβρίου 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου